ἵστατο

ἵστατο
ἵ̱στατο , ἵστημι
make to stand
imperf ind mp 3rd sg
ἵστημι
make to stand
imperf ind mp 3rd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • πέλας — Α επίρρ. 1. κοντά, πλησίον («ὃς τότε Τηλεμάχου πέλας ἵστατο», Ομ. Οδ.) 2. (ως ουσ. αρσ. πληθ.) οἱ πέλας α) οι γείτονες β) οι όμοιοι 3. φρ. «τὰ τῶν πέλας κακά» οι ξένες δυστυχίες. [ΕΤΥΜΟΛ. Το επίρρ. πέλăς ανάγεται σε δισύλλαβη ρίζα *pelā / pelә2… …   Dictionary of Greek

  • προμετώπιος — α, ο / προμετώπιος, ον, ΝΜΑ [προμέτωπος] (σχετικά με ζώο) αυτός που βρίσκεται μπροστά στο μέτωπο νεοελλ. το ουδ. ως ουσ. το προμετώπιο κατασκεύασμα τής παλαιότερης οχυρωτικής μπροστά από τον προμαχώνα για την ενίσχυσή του μσν. μτφ. αυτός που… …   Dictionary of Greek

  • ταλασίφρων — ονος, ὁ, ἡ, Α 1. ο ταλάφρων* («ὑπό κεν ταλασίφρονά περ δέος εἷλεν», Ομ. Ιλ.) 2. (ιδίως ως προσωνυμία τού Οδυσσέως) καρτερόψυχος, γενναιόψυχος («Ὀδυσσῆος ταλασίφρονος ἵστατο πολλά», Ομ. Οδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. ταλάφρων] …   Dictionary of Greek

  • ἵσταθ' — ἵ̱στατο , ἵστημι make to stand imperf ind mp 3rd sg ἵ̱στατε , ἵστημι make to stand imperf ind act 2nd pl ἵστατε , ἵστημι make to stand pres imperat act 2nd pl ἵστατε , ἵστημι make to stand pres ind act 2nd pl ἵσταται , ἵστημι make to stand pres… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἵστατ' — ἵ̱στατο , ἵστημι make to stand imperf ind mp 3rd sg ἵ̱στατε , ἵστημι make to stand imperf ind act 2nd pl ἵστατε , ἵστημι make to stand pres imperat act 2nd pl ἵστατε , ἵστημι make to stand pres ind act 2nd pl ἵσταται , ἵστημι make to stand pres… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”